παράφυλλο

παράφυλλο
το
μικρό μικρό φύλλο, που βλασταίνει στη βάση του φύλλου.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Look at other dictionaries:

  • παράφυλλο — Έτσι ονομάζονται τα μικρά εξαρτήματα του φύλλου που βρίσκονται κοντά στο σημείο της πρόσφυσής του με τον βλαστό ή προσκολλημένα στον μίσχο του. Τα π. είναι μικρά ελάσματα διαταγμένα συμμετρικά. Ονομάζονται μισχοφυή όταν φυτρώνουν μαζί με τον… …   Dictionary of Greek

  • φύλλο — Πεδινός οικισμός (υψόμ. 95 μ.) του νομού Καρδίτσας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (24 τ. χλμ.), στον οποίο ανήκει και άλλος ένας μικρότερος οικισμός, ο Αμπελώνας (υψόμ. 100 μ.). * * * το / φύλλον, ΝΜΑ 1. πεπλατυσμένη, συνήθως, πράσινη έκφυση τού… …   Dictionary of Greek

  • αγαθόφυλλο — (agathophyllum).Γένος δέντρων της τάξης των δαφνωδών, δέντρων ιθαγενών της Μαδαγασκάρης. Το κυριότερο από αυτά είναι το α. το αρωματικό.Τα φύλλα τους είναι δερματώδη, συχνά τρίνευρα, χωρίς παράφυλλο. Είναι δέντρα αειθαλή. Τα άνθη τους… …   Dictionary of Greek

  • Μηνιάτης, Ηλίας — (Ληξούρι Κεφαλονιάς 1669 – Πάτρα 1714). Εκκλησιαστικός ρήτορας. Γιος ιερατικής οικογένειας, ο Μ. διδάχτηκε τα πρώτα γράμματα από τον πατέρα του Φραγκίσκο, πρωτοπαπά στο Ληξούρι. Συμπλήρωσε τις σπουδές του στο Φλαγγινιανό γυμνάσιο της Βενετίας… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”